Η Ελένη Ράντου έδωσε αποκαλυπτική συνέντευξη στις Rainbow Mermaids και μίλησε τόσο για την πορεία της στον χώρο της υποκριτικής, όσο και για την αντιμετώπιση που έχει δεχτεί από συναδέλφους της και το κοινό.
Πιο συγκεκιρμένα, η ηθοποιός ανέφερε: "Ο χώρος μας είναι πιο open και συγχρόνως πιο συντηρητικός με έναν δικό του τρόπο, ιδιόρρυθμο τρόπο, συμβαίνουν την ίδια ώρα. Είναι και συντηρητικός και ανοιχτός στο διαφορετικό, γιατί είμαστε εκπαιδευμένοι λόγω των ρόλων να το κάνουμε. Αλλά σαν άνθρωποι είναι η βαθιά συντηρητική οι ηθοποιοί. Δεν μαθαίνεις τους ανθρώπους λόγω των χαρακτήρων τους, από το νευρικό τους σύστημα βλέπεις ποιο αντέχει και ποιο δεν αντέχει. Ο χαρακτήρας δεν είναι μόνο το νευρικό σύστημα. Κι εγώ πίστευα ότι θα συναντήσω ένα χώρο πιο open, λόγω του μύθου που έχει αυτός ο χώρος. Εγώ βρήκα ότι έχει πολλές αγκυλώσεις, έχει πάρα πολύ ναρκισσισμό. Αν δεν είναι το εγώ σου ψηλά πώς θα βρεθείς πάνω στη σκηνή και θα απευθυνθείς στον άλλον, ο οποίος είναι από κάτω; Το θέμα είναι όταν το εγώ αυτό συνοδεύει και το μετά τη σκηνή. Δεν έχω την εντύπωση που είχα προτού μας δω από κοντά, είμαστε -ας το πούμε τρυφερά- ανισορροποι".
Ακόμη, πρόσθεσε: "Αποκαθήλωσα πρόσωπα με το καλημέρα. Εάν δηλαδή κανείς πλησιάσει, όχι ανθρώπινα αλλά με τη γοητεία της ταμπέλας ή με τη γοητεία της μαρκίζας ή του αστεριού, θα απογοητευτεί πάρα πολύ. Και εμείς έχουμε ανάγκη να μας δουν ανθρώπινα, ότι πίσω από όλο αυτό τον αγώνα που γίνεται υπάρχει ένας άνθρωπος, ο οποίος ζορίζεται πάρα πολύ, πιέζεται πάρα πολύ, δοκιμάζεται πάρα πολύ, είναι στα όριά του τον περισσότερο χρόνο και πολύ ανασφαλής, γιατί αναζητά δουλειά συνέχεια. Αναζητά το μπράβο και την επιβεβαίωση. Όταν μας δεις σαν κέρινο ομοίωμα, ούτε εσύ είσαι σε θέση να με δεις πραγματικά. Είσαι πολύ μόνος σου. Μετά από τόσα χρόνια το λέω με σιγουριά, στην πορεία εγώ τις περισσότερες φορές νιώθω ότι βλέπουν τη Ράντου, δεν βλέπουν την Ελένη. Ακόμα και συνεργάτες μου που είμαστε 10 ώρες την ημέρα, όλοι βλέπουν το αποτέλεσμά σου και όχι το προηγούμενο".
Στη συνέχεια, συμπλήρωσε: "Μην νομίζεις ότι δεν τραβάμε κι εμείς την άλλη άκρη του να σε αντιμετωπίζουν σαν ψώνιο. Μου έχει τύχει να νιώσω δύσπνοια σε γύρισμα, γιατί είχε πάρα πολλή ζέστη, άρχισα να ζαλίζομαι και θεώρησαν ότι κάνω βεντετυλίκι, ότι το παίζω. Γιατί να το παίζω; Αφού είναι η συνθήκη τραγική. Ήρθαν και μου είπαν: 'δεν το παίζεις τώρα;' λέω: 'τι να παίξω, παιδιά; Αισθάνομαι δυσφορία, δεν είμαι καλά '. Υπάρχει και μία απανθρωπιά στον τρόπο που μας βλέπουν. Για να γίνουμε καλύτεροι εμείς, πρέπει να γίνουν καλύτεροι και οι απέναντι που μας βλέπουν".
Τέλος, κατέληξε: "Μπορεί να είχα πολλά όρια, παρόλα αυτά δεν ένιωσα ποτέ ότι κάποιος τα ξεπερνάει. Πλην μιας φοράς, που ήμουν με την κόρη μου. Της ανοίγω την πόρτα για να μπει -ήταν μικρή, 6-7 χρονών- περνάει μία κυρία και με ρωτάει: "Η κόρη σας;", απαντάω "ναι" και μου λέει: "Πόσο δυστυχισμένο πλάσμα θα είναι να έχει τέτοιους γονείς". Ήταν το παιδί μπροστά. Έπαθα τέτοιο σοκ, που όπως έκλεισα την πόρτα, έκλεισα και το δάχτυλό μου μέσα. Μελάνιασε για δύο μήνες, σκεφτόμουν μήπως θα κοπεί κιόλας. Ήταν τόσο σοκαριστικό. Προφανώς, πολύ επιπόλαια ήθελε να πει πόσο δύσκολα μεγαλώνει ένα παιδί με δύο "τέρατα". Παρόλα αυτά ήταν τόσο πρόχειρος ο τρόπος που το είπε, που ήταν η μόνη φορά που αισθάνθηκα... Ποτέ δεν έχω νιώσει μία έλλειψη σεβασμού. Ακόμα και όταν ο άλλον στο παρακάνει και του πω 'Φίλε λυπήσουμε'".
コメント